Η βιομηχανική γαρίδα που καλλιεργεί έχει προαχθεί από τη διεθνή ανάπτυξη και τα οικονομικά όργανα στις παράκτιες χρεωμένες φτωχές χώρες ως τρόπος να ληφθούν οι αποδοχές συναλλάγματος, να επιστραφεί το εξωτερικό χρέος, και να προωθηθεί η ανάπτυξη. Η προώθηση της βιομηχανίας γαρίδων είναι ένα σαφές παράδειγμα μιας γενικότερης τάσης της υποστήριξης των προσανατολισμένων προς τις εξαγωγές αρχικών προϊόντων, που συνίστανται στις μονοκαλλιέργειες των προϊόντων, σε αντιδιαστολή με την προώθηση της πιό διαφορετικής, παραδοσιακής παραγωγής που κατευθύνεται για να ταΐσει το τοπικό πληθυσμό. Γενικά, υποτίθεται ότι η προσανατολισμένες προς τις εξαγωγές υδατοκαλλιέργεια και η γεωργία, σε ένα πλαίσιο των πολιτικών φιλελευθεροποίησης, διευκολύνουν την οικονομική ανάπτυξη και αυτό συνδέεται με τη μείωση ένδειας και τη βελτίωση της ασφάλειας τροφίμων. Εντούτοις, έχει αποδειχθεί ότι η προώθηση της προσανατολισμένης προς τις εξαγωγές παραγωγής, συνήθως στα χέρια των μεγάλων εταιριών, μπορεί να έχει τις καταστρεπτικές συνέπειες για τα livelihoods των τοπικών πληθυσμών και του περιβάλλοντος. Κατά συνέπεια, διεθνείς θεσμοί, ΜΚΟ, και ο στόχος βιομηχανίας να ελαχιστοποιήσει αυτές τις επιδράσεις με την προώθηση της βιώσιμης προσανατολισμένης προς τις εξαγωγές παραγωγής. Αλλά μερικές επιδράσεις μπορούν να παραμείνουν, δεδομένου ότι το πρωτεύον θέμα είναι η αρχική εστίαση στις διεθνείς απορρυθμισμένες αγορές και η αναζήτηση των φτηνών αρχικών προϊόντων. Για να επεξηγήσει τις σχέσεις μεταξύ της επικρατούσας έννοιας της ανάπτυξης, του περιβαλλοντικού και κοινωνικού αντίκτυπου των βιομηχανικών συστημάτων καλλιέργειας, και της προώθησης της προσανατολισμένης προς τις εξαγωγές παραγωγής στις αναπτυσσόμενες χώρες, αυτό το άρθρο αναλύει περίπτωση της βιομηχανίας υδατοκαλλιέργειας γαρίδων.